Ένας από τους πιο κοινούς τραυματισμούς στο γόνατο είναι η ρήξη μηνίσκου, η οποία μπορεί να συμβεί όταν προηγηθεί μια απότομη και βίαιη αλλαγή κατεύθυνσης της άρθρωσης του γονάτου. Μπορεί αυτός ο τραυματισμός να συγκαταλέγεται στις αθλητικές κακώσεις, ωστόσο είναι δυνατόν να συμβεί σε οποιονδήποτε, δεδομένου ότι η εν λόγω άρθρωση είναι αυτή που επιβαρύνεται περισσότερο σε κάθε μας βήμα.
Στο γόνατο υπάρχουν δύο μηνίσκοι: ο εσωτερικός και ο εξωτερικός. Και οι δύο μαζί συνθέτουν την περίπλοκη άρθρωση του γόνατος και χάρη σε αυτούς μπορούμε να εκτελέσουμε κινήσεις αυξημένης έκτασης και κάμψης, καθώς επίσης και περιορισμένες περιστροφικές κινήσεις.
Ο έσω μηνίσκος είναι πιο ευάλωτος σε τραυματισμούς, καθώς ο έξω μηνίσκος αντέχει περισσότερη καταπόνηση λόγω της ευκινησίας του. Πρέπει να σημειωθεί ότι η ρήξη μηνίσκου έχει διάφορες μορφές που σχετίζονται τόσο με το μέγεθος του τραύματος όσο και με το είδος του, αν δηλαδή είναι εκφυλιστική, ακτινωτή κ.ά.
Μετά τη ρήξη του μηνίσκου χάνεται η ικανότητα απόσβεσης των κραδασμών και της σταθεροποίησης της άρθρωσης και κάθε μικρή κίνηση προκαλεί οξύ πόνο.

Το βασικό σύμπτωμα της ρήξης μηνίσκου είναι ο πόνος, αλλά μπορεί να μην γίνει αισθητός την ώρα πρόκλησης του τραυματισμού. Ο πόνος εστιάζει στην εσωτερική ή στην εξωτερική πλευρά, ανάλογα με τον μηνίσκο που έχει υποστεί ρήξη. Σε κάποια περιστατικά ο ασθενής μπορεί να αισθανθεί πόνο παντού μέσα στο γόνατο.
Άλλα συμπτώματα της ρήξης μηνίσκου είναι το οίδημα, η δυσκαψία, η αστάθεια, η αδυναμία πλήρους έκτασης του γονάτου σαν να έχει «κλειδώσει», καθώς επίσης και ένας χαρακτηριστικός ήχος που ακούγεται από την άρθρωση την ώρα του τραυματισμού.
Η ρήξη μηνίσκου αντιμετωπίζεται συντηρητικά ή χειρουργικά, ανάλογα με τον τύπο της ρήξης, το εύρος της και το σημείο που εντοπίζεται. Ταυτόχρονα, ο ορθοπαιδικός χειρουργός λαμβάνει υπ’ όψιν του την ηλικία και το είδος των δραστηριοτήτων του πάσχοντα, ώστε να καταλήξει στην ενδεδειγμένη αντιμετώπιση.