Το πρώτο βήμα είναι η χορήγηση τοπικής ή γενικής αναισθησίας στον ασθενή πριν την έναρξη της αρθροσκόπησης. Μάλιστα οι νέες τεχνικές της χειρουργικής και οι εξελίξεις στην αναισθησιολογία έχουν μειώσει τους χρόνους της επέμβασης αλλά και της ανάνηψης, αυξάνοντας τα επίπεδα ασφάλειας.
Έπειτα, ο ορθοπαιδικός χειρουργός εισάγει το αρθροσκόπιο με την ενσωματωμένη κάμερα μέσα από μικρές τομές που ανοίγει στην άρθρωση του ώμου. Το αρθροσκόπιο μεταδίδει εξαιρετικά καθαρή και μεγεθυμένη κατά 20 φορές εικόνα του εσωτερικού της άρθρωσης. Αυτό βοηθά τον ιατρό να ελέγχει ενδελεχώς όλες τις δομές της άρθρωσης και να επιδιορθώσει με υψηλή ακρίβεια ακόμη και τις πιο ελάσσονες βλάβες.
Παράλληλα, ο ορθοπαιδικός χειρουργός χρησιμοποιεί ένα μικρό σωληνάκι το οποίο περνάει μέσα από μία τομή για να εγχύσει αποστειρωμένο φυσιολογικό ορό, ώστε να διαστείλει την άρθρωση.


Κατά τη διάρκεια της αρθροσκόπησης ώμου ο ορθοπαιδικός χειρουργός χρησιμοποιεί ειδικά σχεδιασμένα εργαλεία, πολύ λεπτής κατασκευής, και εμφυτεύσιμα αδρανή υλικά, όπως οι άγκυρες, τα οποία περνούν από τις 2-3 τομές μήκους έως 5 χιλιοστών, ώστε να επιδιορθώσει το πρόβλημα που εντοπίζει. Μάλιστα ο ιατρός έχει στη διάθεσή του πολλά εξειδικευμένα εργαλεία για να επιλέξει τα κατάλληλα και να διενεργήσει διάφορες χειρουργικές επεμβάσεις κατά τη διάρκεια της αρθροσκόπησης ώμου. Ενδεικτικά, η καθήλωση του επιχείλιου χόνδρου μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη διάνοιξη μόλις 2-3 τομών 0,5 εκατοστού, ενώ πιο σύνθετα περιστατικά, όπως η αποκατάσταση ρήξης συνδέσμου ή του στροφικού πετάλου απαιτεί μερικές περισσότερες τομές.
Χάρη στα εργαλεία που προαναφέρθηκαν, αποφεύγονται οι τραυματισμοί των υγειών γειτονικών ιστών, των νεύρων, των αγγείων, αλλά και του δέρματος, ενώ ο μετεγχειρητικός πόνος είναι πολύ πιο ήπιος και διαρκεί για πολύ μικρότερο χρονικό διάστημα.
Όταν ολοκληρωθεί η επέμβαση, γίνονται ράμματα στις τομές και ο ώμος δένεται με επίδεσμο, ώστε ο ασθενής να μεταφερθεί στην αίθουσα ανάνηψης.