ΕΛΛΗΝΙΚΑ

Το τρίγωνο ινοχόνδρινο σύμπλεγμα, ή τρίγωνος χόνδρος απλούστερα, εντοπίζεται στην εσωτερική πλευρά του καρπού ανάμεσα στο κάτω πέρας της ωλένης και στα οστά του καρπού κάτω από το μικρό δάχτυλο του χεριού. Αυτό το σύμπλεγμα απαρτίζεται από τον κεντρικό χόνδρινο δίσκο, τον περιφερειακό χόνδρο, τους ραχιαίους και παλαμιαίους κερκιδωλένιους συνδέσμους, το έλυτρο του ωλένιου εκτείνοντα.

Ένα σύστημα από ιστούς (χόνδρους και συνδέσμους) είναι υπεύθυνο για τη σταθεροποίηση του καρπού, για την εύκολη κίνησή του και για την απορρόφηση των κραδασμών, όπως κάνει ένα αμορτισέρ. Το τρίγωνο ινοχόνδρινο σύμπλεγμα, όπως ονομάζεται, ή για συντομία ο τρίγωνος χόνδρος, βρίσκεται στην εσωτερική πλευρά του καρπού μεταξύ του κάτω πέρατος της ωλένης και των οστών του καρπού, κάτω από το μικρό δάχτυλο του χεριού. Αποτελείται από τον κεντρικό χόνδρινο δίσκο, τον περιφερειακό χόνδρο ο οποίος είναι ανάλογος του μηνίσκου στο γόνατο, τους ραχιαίους και παλαμιαίους κερκιδωλένιους συνδέσμους και το έλυτρο του ωλενίου εκτείνοντα.

Όταν διακόπτεται η συνέχεια του τρίγωνου χόνδρου τότε πρόκειται για ρήξη, η οποία μπορεί να επέλθει μετά από τραυματισμό ή από εκφυλιστικό αίτιο εξαιτίας υπερβολικής χρήσης ή με την πάροδο του χρόνου. Παράλληλα, η ρήξη του τρίγωνου χόνδρου αποτελεί βλάβη που συνυπάρχει στο 80% των περιπτώσεων περιφερειακού κατάγματος της κερκίδας, ενώ κάποιες φορές αποδίδεται σε ανατομική ανωμαλία της ωλένης, όπως για παράδειγμα όταν έχει μεγαλύτερο μήκος σε σχέση με την κερκίδα.

Οι αθλητές που κάνουν πρωταθλητισμό σε νεαρή ηλικία είναι πιο επιρρεπείς να υποστούν μια τραυματική ρήξη, όπως είναι για παράδειγμα οι τενίστες, οι αθλητές πολεμικών τεχνών, της ρυθμικής και της ενόργανης γυμναστικής. Οι εκφυλιστικού τύπου ρήξεις παρατηρούνται τις περισσότερες φορές σε ανθρώπους άνω των 40 ετών, ακόμη και αν δεν έχουν ιστορικό τραυματισμού της περιοχής.

Η ολική αρθροπλαστική πηχεοκαρπικής επιλέγεται όταν πρόκειται για ρήξη μεγάλου βαθμού ή για ρήξη η οποία δεν θεραπεύεται με συντηρητική αγωγή και ο πόνος στον καρπό επιμένει. Η ολική αρθροπλαστική πηχεοκαρπικής προτιμάται έναντι των ανοιχτών επεμβατικών τεχνικών, διότι απαιτούνται μόλις 2-3 τομές έως 5 χιλιοστά. Αυτή η μέθοδος ελαττώνει δραστικά τον μετεγχειρητικό πόνο και επιταχύνει τη διαδικασία της αποκατάστασης.

Κατά τη διάρκεια της επέμβασης ο χειρουργός ορθοπαιδικός λαμβάνει σαφή εικόνα της άρθρωσης χάρη στην κάμερα του αρθροσκόπιου, η οποία του επιτρέπει να επιβεβαιώσει τη διάγνωσή του και να κατανοήσει τον τύπο της ρήξης. Όταν πρόκειται για ρήξεις κεντρικού τύπου και για παλαμιαίες οξείες βλάβες, τότε ο ιατρός προχωρά σε καθαρισμό ώστε οι βλάβες να επουλωθούν από τον οργανισμό. Εάν ο τρίγωνος χόνδρος έχει αποσπαστεί από την κερκίδα, τότε ο ιατρός τον επανατοποθετεί με ειδικά ράμματα, ενώ αν έχει αποσπαστεί από την ωλένη τότε προχωρά σε καθαρισμό, διαδικασία η οποία εφαρμόζεται και στις ρήξεις από εκφυλιστικά αίτια.

Μετά την ολική αρθροπλαστική πηχεοκαρπικής ο ασθενής θα πρέπει να διατηρήσει τον καρπό του σε ανάρροπη θέση για 2-3 ημέρες. Επίσης, ο καρπός θα είναι ακινητοποιημένος για ένα διάστημα 2-6 εβδομάδων. Έπειτα, θα ακολουθήσει πρόγραμμα φυσικοθεραπειών για αποκατάσταση και ενδυνάμωση, ενώ θα λάβει οδηγία να αποφεύγει την οδήγηση για περίπου 2 μήνες.